Υποκρισία βολεμένων δεινοσαύρων

Υποκρισία βολεμένων δεινοσαύρων

Είναι εξαιρετικά υποκριτικό να κατηγορούν επαγγελματίες της πολιτικής, της δημοσιογραφίας και άλλων – τυπικών ή άτυπων – εξουσιών νέους ανθρώπους ως άπειρους, όταν διεκδικούν δημόσια αξιώματα. Τελευταίο παράδειγμα αποτελεί η κριτική προς το πρόσωπο του Βασίλη Κικίλια, ενός νέου ανθρώπου 36 ετών που διεκδικεί το σοβαρό και υπεύθυνο αξίωμα του Περιφερειάρχη Αττικής. Πάμπολλα όμως είναι τα αντίστοιχα παραδείγματα σε ολόκληρη την Ελλάδα απέναντι σε νέους ανθρώπους που επιθυμούν να κατέλθουν υποψήφιοι ως δημοτικοί σύμβουλοι, για να πάρουν τις τύχες των πόλεων τους στα χέρια τους.

Κατ’ αρχήν, είναι υποκριτικό, διότι η εμπειρία που οι επικριτές επιθυμούν είναι αυτή που οδήγησε τη χώρα, την κοινωνία και την οικονομία σε κρίση και παρακμή. Από αυτήν λοιπόν την εμπειρία, οι νέοι άνθρωποι δεν επιθυμούμε περισσότερη!

Κατά δεύτερον είναι υποκριτικό να κατακρίνονται οι νέοι ως άπειροι, όταν το παρασιτικό σύστημα εξουσίας που διαφεντεύει την ελληνική πολιτική, κοινωνική και κομματική ζωή τα τελευταία 35 χρόνια χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ευκαιριών προς τους νέους ανθρώπους. Πώς θα αποκτήσουν διοικητική και πολιτική εμπειρία οι νέοι άνθρωποι όταν οι κατεστημένες ομάδες συμφερόντων εμποδίζουν όχι μόνο την ανέλιξη αλλά ακόμη και την παροχή ίσων ευκαιριών;

Κατά τρίτον είναι υποκριτικό η πολιτεία να θεσμοθετεί το ηλικιακό όριο εκλογιμότητας στις αυτοδιοικητικές εκλογές στα 18 έτη, να συζητείται σε όλη την Ευρώπη (και να θεσμοθετείται σταδιακά) το δικαίωμα ψήφου στην ηλικία των 16 ετών και οι παρατρεχάμενοι των εξουσιών να επιχειρηματολογούν περί απειρίας των νέων ανθρώπων!

Κατά τέταρτον είναι υποκριτικό (ή – χειρότερα – εντελώς εκτός πραγματικότητας) να αγνοείται η θέληση της κοινωνίας και των νέων ανθρώπων για πλήρη, ει δυνατόν, ανανέωση του πολιτικού στελεχιακού δυναμικού της χώρας. Μα, αν οι νέοι δεν θητεύσουν στα όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης, πώς θα μπορέσουν να εκτελέσουν πολιτικό έργο και να πείσουν τους συμπολίτες τους; Μήπως οι υπηρέτες των συμφερόντων επιθυμούν την ανάδειξη στελεχών μόνο μέσα από το σύστημα της τηλεοπτικής δημοσιότητας;

Τέλος, είναι πλήρως υποκριτικό να κόπτονται όλοι ξαφνικά για την εμπειρία των νέων ανθρώπων ενόψει αυτοδιοικητικών εκλογών. Δεν έκαναν την ίδια κριτική όταν, καλώς αλλά ελάχιστοι, νέοι άνθρωποι εκλέγονται στα ανώτατα πολιτικά όργανα των κομμάτων, ούτε όταν κατεβαίνουν ως υποψήφιοι βουλευτές, ούτε όταν διορίζονται σε κρατικές ή άλλες θέσεις εξουσίας. Είναι πασιφανές ότι πρόκειται για ευκαιριακή, μικροπολιτική και συμφεροντολογική κριτική, η οποία όμως βλάπτει την προοπτική των νέων.

Νομίζω ότι κυρίως οι νέοι αλλά και το υπόλοιπο εκλογικό σώμα θα αντιληφθούν την ευκαιρία που τους δίνεται σε αυτές τις εκλογές. Ευκαιρία να ανανεώσουν με τον σταυρό τους το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Ιδίως διότι η πληθώρα επιλογών που τους προσφέρεται τώρα δεν θα υπάρχει για πολύ καιρό, καθώς ο εκλογικός νόμος που ετοιμάζει η κυβέρνηση περιορίζει τις επιλογές των πολιτών. Ευκαιρία, να επιλέξουν νέους και άφθαρτους, να δοκιμάσουν και να αναδείξουν οι ίδιοι τους επιτυχημένους του μέλλοντος. Διότι από τους επιτυχημένους του παρελθόντος χορτάσαμε…

Το άρθρο μου δημοσιεύτηκε στη στήλη ΝΕΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ της εφημερίδας «το ΠΑΡΟΝ της Κυριακής» την Κυριακή 19092010

Ο δολοφόνος είναι δολοφόνος

Το ελληνάκι: Ο δολοφόνος είναι δολοφόνος, ή να το συζητήσουμε;.

από το ελληνάκι

Όποιος αναζητά την ευθύνη για τη χθεσινή δολοφονία των τριών ανθρώπων κυρίως στον Βγενόπουλο, τότε χρησιμοποιεί την ίδια συλλογιστική με τον Κούγια, ο οποίος αναζητά την κύρια ευθύνη που έχει ο Θεός για τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου.

Η ερώτηση «Γιατί δούλευαν οι τρείς δολοφονηθέντες αφού όλοι απεργούσαν;», είναι ανάλογη με την ερώτηση «Τι δουλειά είχε ο Γρηγορόπουλος στα Εξάρχεια;» που διατυπώνει ο Κούγιας.

Όποιος πιστεύει πως φταίει η πλημμελής πυρασφάλεια για το θάνατο των Παρασκευή Ζούλια, Αγγελική Παπαθανασοπούλου, και Επαμεινώνδα Τσακάλη, οφείλει να πιστεύει με τον ίδιο τρόπο πως φταίει η ζαρντινιέρα για το ψυχολογικό και σωματικό σακάτεμα του Δημητρίου.

Αν κάποιος προσπαθεί να δει τη δολοφονία ως ατύχημα, και υποστηρίζει πως αυτοί που έβαλαν τη φωτιά δεν είχαν πρόθεση, καθώς δεν γνώριζαν πως μέσα στο κτίριο υπήρχαν άνθρωποι, επιχειρηματολογεί κατά τον ίδιο τρόπο που το κάνει κι ο Κορκονέας, ο οποίος υποστηρίζει πως ήταν ατύχημα, πως πυροβόλησε στον αέρα και πως δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει.

Και ενώ αβίαστα θα διατυπώνατε την πρόταση: «Κύριοι ένστολοι με τα όπλα σας, όποιος πυροβολεί μέσα στο πλήθος, προς τα πάνω ή προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, είναι υπόλογος για κακούργημα και εν δυνάμει δολοφόνος.», δυσκολεύεστε πολύ να διατυπώσετε, ως θα οφείλατε, και την πρόταση: «Κύριοι με τις μολότοφ και τη βενζίνη, όποιος πυρπολεί κτίριο, φαινομενικά άδειο ή σε οποιαδήποτε κατάσταση, είναι υπόλογος για κακούργημα και εν δυνάμει δολοφόνος.»

Κύριοι δολοφόνοι που αυτή τη στιγμή ελπίζω να αναλογίζεστε τις πράξεις σας, σας θυμίζω πως πριν λίγο καιρό ομάδα πιτσιρικάδων στη Σπάρτη έβαλε φωτιά σε εγκαταλελειμμένο και κατειλημμένο από μετανάστες σπίτι. Τότε ήταν προφανές πως τα παιδιά αυτά είναι φασίστες, καθίκια και παρ’ ολίγον δολοφόνοι. Εσείς λοιπόν που κάψατε τους ανθρώπους χθες, είτε είσαστε πράγματι φασίστες, καθίκια και δολοφόνοι, είτε είστε στην ψυχή φασίστες, αλλά και πάλι καθίκια και δολοφόνοι.

Λίγο με ενδιαφέρει τι υποστηρίζει κάποιος. Λίγο με ενδιαφέρουν οι ιδεολογίες, όσο είναι λόγια. Πραγματικός φασίστας και δολοφόνος δεν είναι κάποιος λόγω φρασεολογίας ή ιδεολογίας. Φασίστας και δολοφόνος γίνεται κάποιος με τις πράξεις του.

Ήμουνα κι εγώ στην πορεία χθες, και τώρα έχω μπροστά μου δύο μόνο επιλογές:

1η. Είμαστε όλοι όσοι συμμετείχαμε στην πορεία συνυπεύθυνοι, όπως είναι όλοι οι μπάτσοι συνυπεύθυνοι για τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου.

2η. Βγαίνουμε μπροστά όπως ο αστυνομικός Αθανάσιος Ράδης, που διαψεύδει τους ισχυρισμούς του Κορκονέα, και «αδειάζουμε» ιδεολογικά, πολιτικά, συναισθηματικά και με κάθε τρόπο τους δολοφόνους και τους φασίστες.

Σκατά στους φασίστες και τους δολοφόνους, απ’ όπου κι αν αυτοί προέρχονται.

Ώρα για ουσία όχι για συμβολισμούς

Ώρα για ουσία, όχι για συμβολισμούς

Είναι ενθαρρυντικό που οι συμμετοχικές διαδικασίες αναπτύσσονται στις πολιτικές νεολαίες. Το δρόμο που χάραξαν κάποιοι ρομαντικοί πριν 15 χρόνια, βαδίζουν πλέον δυναμικά οι δύο μεγαλύτερες κομματικές νεολαίες. Με την εκλογή του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ και οργάνων την Νεολαίας ΠΑΣΟΚ από τη βάση, με ανοιχτές διαδικασίες, και την αντίστοιχη εκλογή Προέδρου της ΝΔ και τη σημερινή της ΟΝΝΕΔ, αυξάνεται η συμμετοχή των νέων στην πολιτική διαδικασία. Όμως το βήμα αυτό σήμερα δεν είναι πλέον αρκετό.

Επίσης είναι ενθαρρυντικό για τη νεολαία που λαμβάνονται από τις ελληνικές κυβερνήσεις κάποια επιμέρους μέτρα που βοηθούν τη νεολαία. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ για παράδειγμα καθιερώνει αφορολόγητο για νέους επιχειρηματίες κάτω των 35 ετών, ενώ ακούμε ότι προτείνει δικαίωμα εκλέγεσθαι από 18 ετών στο σχέδιο Καλλικράτης. Αντίστοιχα, για παράδειγμα, η κυβέρνηση της ΝΔ θεσμοθέτησε τα Τοπικά Συμβούλια Νέων. Όμως τα βήματα αυτά σήμερα δεν είναι πλέον αρκετά.

Οι νέοι σήμερα έχουν άμεσα και δυσεπίλυτα προβλήματα. Η ανεργία, η έλλειψη αυτονομίας, τα μικρά εισοδήματα, η εργασιακή ανασφάλεια, η έλλειψη προτύπων και η έλλειψη ποιότητας στην Παιδεία υποσκάπτουν το παρόν και το μέλλον μας. Οι νέοι παραμένουν ακόμη, 35 χρόνια μετά τη μεταπολίτευση, χωρίς ουσιαστικό λόγο σε όσα τους αφορούν.

Επιπλέον οι πολιτικοί της χώρας δεν ασχολούνται με τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των πολιτικών τους. Αρνούνται πεισματικά να νομοθετήσουν για τα δικαιώματα των νέων και για μία εθνική, δεσμευτική, πολιτική για τη νέα γενιά. Αρνούνται να καθιερώσουν μελέτη επιπτώσεων των μέτρων και των νομοθετημάτων στους νέους και τις επερχόμενες γενιές. Αναγγέλλουν ότι προσπαθούν να λύσουν μεγάλα προβλήματα όπως το δημόσιο χρέος και το ασφαλιστικό, αλλά δεν λαμβάνουν ποτέ υπόψιν, σε όσα προτείνουν, αυτά που θα πληρώσουν οι σημερινοί 15άρηδες, 25άρηδες ή 35άρηδες σε 20, 30 ή 40 χρόνια.

Ήρθε η ώρα αυτή η εικόνα να αλλάξει. Ας δούμε την κρίση ως ευκαιρία, τουλάχιστον για αυτά που μπορούν να γίνουν άμεσα, χωρίς δημοσιονομικό κόστος αλλά με ευεργετικές επιπτώσεις. Ήρθε η ώρα των μεγάλων αλλαγών, διότι τώρα είναι η τελευταία ευκαιρία της χώρας αλλά και του πολιτικού συστήματος που ζήσαμε από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Τα κόμματα και η κυβέρνηση, στο πλαίσιο των αλλαγών που ευαγγελίζονται, οφείλουν να αναλάβουν όχι μόνο δεσμεύσεις αλλά και πρωτοβουλία νομοθέτησης ενός κοινωνικού συμβολαίου με τους νέους και τις επόμενες γενιές, μίας εθνικής πολιτικής για τη νεολαία, ενός εθνικού συμφώνου για τη νέα γενιά. Ειδάλλως φοβάμαι ότι, με κάποια τυχαία ή μη αναμενόμενη αφορμή, θα βρουν τους νέους μπροστά τους στην επόμενη στροφή. Και θα πέσουν πάλι από τα σύννεφα…

Το άρθρο μου δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα το ΠΑΡΟΝ της Κυριακής την Κυριακή 18042010

Το εθνικό μας αδιέξοδο

ΣΚΑΪ : Το εθνικό μας αδιέξοδο.

Του Λαοκράτη Βάσση*

Οι τρεισήμισι δεκαετίες της Μεταπολίτευσης ήταν από πλευράς συνθηκών και αντικειμενικών δυνατοτήτων οι καλύτερες στην ιστορία της νεοελληνικής πολιτείας μας.
• Τριανταπέντε χρόνια ειρήνης
• Τριανταπέντε χρόνια ομαλού πολιτικού βίου
• Πακέτα επί πακέτων απ’ την Ευρωπαϊκή Ένωση…

Είχαμε τη μεγάλη ευκαιρία, σοφότεροι και απ’ τη χουντική δοκιμασία: Να θεμελιώσουμε σε σωστές βάσεις τη δημοκρατία μας. Να υπερβούμε με συνετά βήματα τις χρόνιες υστερήσεις μας. Να δημιουργήσουμε μια σύγχρονη πολιτεία και μια ισχυρή κοινωνία, έτσι ώστε να μπορούμε να αντέξουμε στα κακά γυρίσματα των καιρών.

Αντί γι’ αυτά, τα απολύτως λογικά και αναγκαία, τι κάναμε; Τα κάναμε… μούσκεμα και κατορθώσαμε, γιατί περί κατορθώματος πρόκειται, όχι απλώς να χαραμίσουμε αυτή τη μεγάλη ευκαιρία, αλλά και να είμαστε στα πρόθυρα μιας οδυνηρής χρεοκοπίας με υπαγωγή μας σε ταπεινωτική ευρωπαϊκή επιτήρηση. Τα καταφέραμε δηλαδή, να γίνουμε «προτεκτοράτο».

Αν και σε τέτοιες δύσκολες στιγμές προτάσσεται το πώς θα ξεκολλήσουμε απ’ τη λάσπη και όχι το γιατί βουλιάξαμε, θα πω δύο λόγια για τα βαθύτερα αίτια της κατάντιας μας, τα γενικότερα και τα ειδικότερα.

• Τα γενικότερα σχετίζονται με το ότι ως κοινωνία μπήκαμε απότομα σε καταναλωτική δίνη, χάνοντας πολύ γρήγορα και τα τελευταία αξιακά ψήγματα του παραδοσιακού μας προτύπου ζωής. Με μοιραία κατάληξη μια καλοπέραση… με δανεικά απ’ το μέλλον. Μια άφρονα δηλαδή καλοπέραση με ρευστοποίηση μερισμάτων απ’ τις μελλοντικές γενιές.

Που σημαίνει πως η κρίση που περνάμε είναι πάνω απ’ όλα πολιτιστική και μετά όλα τα άλλα. Οπότε, όσο κι αν παραξενεύει, και τα πολιτιστικά ελλείμματα είναι υπέρτερα, αν όχι και υπαίτια των πνιγηρών οικονομικών μας ελλειμμάτων.

• Τα ειδικότερα αίτια σχετίζονται με την παγιδευτική λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος. Που αντί να αποτελέσει τη στέρεη βάση για τη σωστή πολιτική διεύθυνση της ελληνικής κοινωνίας, προσαρμόστηκε απολύτως στις καταναλωτικές της ροπές και μετατράπηκε σε πολιτικό μηχανισμό διαχείρισης του καταναλωτικού της κατήφορου.

Με την πολιτική να έχει μεταπέσει σε άγρια νομή της εξουσίας, τα δυο κόμματα εξουσίας, η Ν.Δ. και το Πα.Σο.Κ, ως κάτοχοι του πολιτικού συστήματος άλωσαν το κράτος και το δικομματοποιημένο κράτος άλωσε την ελληνική κοινωνία με αμοιβαίως διαβρωτικούς όρους, καθώς η πολιτική της ενοχής οδήγησε στην κοινωνία της συνενοχής και τανάπαλιν. Κι όλα αυτά υπό την άπληστη «υπερεξουσία» των διαπλεκομένων.

Εδώ προφανώς βρίσκεται και η βαθύτερη ρίζα της μεταπολιτευτικής μας κακοδαιμονίας, αναδεικνύοντας και την απροσμέτρητη ευθύνη των διαχειριστών της εξουσίας, που προσάραξαν το «σκάφος» σε ξέρες αφροσύνης, αν δεν το έριξαν…σε ακτές απορρώγες.

Ό,τι όμως έγινε, είναι προς καταισχύνη όλων μας. Προς καταισχύνη της πνευματικής μας ηγεσίας, που δεν ήταν τα μάτια και η συνείδηση της κοινωνίας μας. Προς καταισχύνη, πρωτίστως, της πολιτικής μας ηγεσίας, που διακυβέρνησε τον τόπο με εγκληματικό τρόπο όλα αυτά τα τόσο προνομιακά χρόνια. Προς καταισχύνη όμως και όλων μας, που «βολευτήκαμε, «ανεχτήκαμε» ή δεν αντιδράσαμε όπως και όσο έπρεπε για να μη φτάσουμε στο σημερινό μας χάλι.

Και τώρα; Τώρα πρέπει να βάλουμε όλοι πλάτη για να ξεκολλήσουμε… απ’ τον μεταπολιτευτικό βούρκο. Να αντιδράσουμε σωστά. Να αντιδράσουμε με σύμπνοια, με φιλότιμο, με υπευθυνότητα, αλλάζοντας από τώρα την εθνική μας ρότα, με πλήρη συνείδηση των αιτίων της τραγικής μας κατάστασης. Που σημαίνει πως πρέπει, μεταξύ πολλών άλλων, να «απελευθερώσουμε» την κοινωνία μας απ’ το κράτος, το κράτος απ’ την δικομματική κυριαρχία… και τον τόπο μας απ’ την άπληστη «υπερεξουσία» των διαπλεκομένων.

– Να αποφασίσουμε, έστω και μετά από κοντά διακόσια χρόνια ελεύθερου εθνικού βίου, να γίνουμε σοβαρή πολιτεία και σοβαρή κοινωνία. Αλίμονό μας αν δεν το πράξουμε.

* Ο κ. Βάσσης είναι φιλόλογος

Το νέο παγιδευτικό δίπολο εθνικισμού και αποεθνοποίησης

Το νέο παγιδευτικό δίπολο: εθνικισμός – αποεθνοποίηση

Του ΛΑΟΚΡΑΤΗ ΒΑΣΣΗ*


A. Από τα μέσα περίπου της Μεταπολίτευσης η κρίσιμη αντίθεση εθνικισμός – αντιεθνικισμός επικαλύπτεται όλο και περισσότερο από το παγιδευτικό δίπολο: εθνικισμός υπό τον μανδύα του πατριωτισμού – αποεθνοποίηση υπό τον μανδύα του αντιεθνικισμού.
Από το ένα άκρο οι εθνικιστές ιδιοποιούνται δίκην ιερατείου εθνικής ορθότητας τις εθνικές αξίες, την ιστορία και την παράδοσή μας, και από το άλλο οι αποεθνοποιητές ιδιοποιούνται δίκην ιερατείου αντιεθνικιστικής ορθότητας τις δημοκρατικές, τις προοδευτικές και τις αριστερές αξίες μας.
Ομοιοτρόπως φερόμενοι, οι πρώτοι ενοχοποιούν ό,τι αποκλίνει από την εθνική τους ορθότητα ως ύποπτο εθνικής μειοδοσίας και οι δεύτεροι ενοχοποιούν ό,τι το ελληνικό ως ύποπτο εθνικισμού, επιδιδόμενοι σε λαθροχειρικές επικαλύψεις του μεγάλου πολιτικού, ιδεολογικού και πολιτιστικού κενού του τόπου μας.

B. Προσπερνώντας το ιστορικό της διαμόρφωσης αυτού του νέου δίπολου, απλώς θα σημειώσω πως με την πτώση της χούντας και την ήττα της φαιάς ιδεολογίας της μετεμφυλιακής «εθνικοφροσύνης», καθόλου άσχετης με τα απολιθωματικά στερεότυπα της πάντοτε προβληματικής εθνικής ιδεολογίας μας, άρχισε, έστω και με συντηρητικά βήματα, η κριτική υπέρβαση της παρελθοντοκεντρικής μας νοσηρότητας σε μια κατεύθυνση δημοκρατικού εκσυγχρονισμού της Πολιτείας μας και της Παιδείας μας.
Για τις δημοκρατικές μας δυνάμεις, η κριτική αναδιατύπωση της εθνικής ιδεολογίας μας, ιδιαίτερα των πολιτιστικών της οριζουσών, ήταν διαρκές ζητούμενο από την προδικτατορική ακόμη περίοδο, όπως φαίνεται και στη μεγάλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964 (Παπανδρέου – Ακρίτας – Παπανούτσος).
Ειδικότερα για την Αριστερά, με την παράδοση του «Εκπαιδευτικού Ομίλου» και του ΕΑΜικού πατριωτισμού (βαθύτατα πολιτιστικού, διεθνιστικού, δημοκρατικού και ουμανιστικού), η κατάκτηση μιας σύγχρονης εθνικής στρατηγικής, απαλλαγμένης από τις παρενέργειες των εθνικιστικών, εθνοκεντρικών και ελληνοκεντρικών στερεοτύπων, ήταν και είναι πάντοτε συνυφασμένη με τον κεντρικό πυρήνα της ιδεολογίας της. Και είναι μόνο μια ακραία εκσυγχρονιστική της εκδοχή που με πρόσχημα την κριτική αποδόμηση αυτών των στερεοτύπων έχει αναγάγει σε άθλημά της τον αποδομητικό λόγο, ενοχοποιώντας ακόμα και την αναφορά σε θέματα όπως η εθνική ταυτότητα, ο πατριωτισμός, η ιστορική μας συνέχεια και πολύ περισσότερο η ελληνικότητα.

Γ. Ο εθνικιστικός πόλος, που συμπεριλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα φαιών μικρορευμάτων σκέψης και εθνοφοβικών αντιλήψεων, εκφραζομένων πολιτικά από τον ΛΑΟΣ, δεν μπορεί να αρθρώσει διεισδυτικό λόγο… ιδεολογικής ηγεμονίας και ανησυχητικής πολιτικής απήχησης, χωρίς προφανώς να υποτιμώνται, υπό ύποπτες προϋποθέσεις, οι κίνδυνοι εκκόλαψης του «αυγού του φιδιού».
Αν δεν συντρέξουν τέτοιες προϋποθέσεις, με το στίγμα των κληρονόμων των ιδεολογιών του Μεσοπολέμου (φασισμός – ναζισμός) και της μετεμφυλιακής «εθνικοφροσύνης», χωρίς τις παλιές προσβάσεις τους στην κρατική και παρακρατική εξουσία, χωρίς τον προνομιακό πολιτικό ρόλο… για τις βρώμικες δουλειές που τους επιφύλασσε ο δυτικός «ηγεμών» κατά τη διπολική και ψυχροπολεμική περίοδο, αλλά και με τις εκλεκτικές τους συγγένειες με τα νεοφασιστοειδή της Ευρώπης, οι εθνικιστές δεν μπορούν να υπερβούν την πατριδοκαπηλική γραφικότητα και τον «αμυντικό» εθνοφοβικό πολιτικό, ιδεολογικό και πολιτιστικό λόγο, αυτόχρημα απωθητικό και οριακό.
Δεν είναι, γι’ αυτό, καθόλου τυχαίο που ο Καρατζαφέρης «στρογγυλεύει» και «φιλτράρει» πονηρά τον πολιτικό του λόγο, για να συναντηθεί οριζοντίως με τις πατριωτικές ευαισθησίες, τις αγωνίες ή και τις φοβίες του λαού μας σ’ αυτήν τη δύσκολη ιστορική συγκυρία.
Με όποια όμως παραλλαγή, δεν μπορεί να κρύψει τους ενδότερους πυρήνες της ιδεολογίας του, όπου μεταξύ άλλων είναι κυρίαρχα, άλλοτε ρητά και άλλοτε υπόρρητα, όλα τα νοσηρά στερεότυπα της παρωχημένης εθνικής ιδεολογίας μας.

Δ. Ο καινοφανής αποεθνοποιητικός πόλος, με τις προνομιακές προσβάσεις στα μεγάλα τηλεοπτικά μέσα, στα μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα, στα πανεπιστήμια, στους ιδεολογικούς μηχανισμούς της Πολιτείας μας, αλλά και με την οριζόντια δικτύωση των ultra εκσυγχρονιστών της αριστερής και της νεοφιλελεύθερης διανόησης, είναι ο ιδεολογικά κυρίαρχος σ’ αυτό το κρίσιμο γύρισμα των καιρών, σε πλήρη πάντοτε συμφωνία με τα «νεοταξικά» προτάγματα της παγκοσμιοποίησης.
Η θορυβώδης αυτή διανόηση στοχεύει με επιστημονικοφανή, προοδευτικοφανή και αριστεροφανή ταχυδακτυλουργία όχι στην κριτική αναδιατύπωση της «εθνικής ιδεολογίας» μας, αλλά στην περιφρονητική αποδόμηση των συντεταγμένων της. Όχι στην απαλλαγή από τις παγιδευτικές παρενέργειες των εθνικιστικών, εθνοκεντρικών και ελληνοκεντρικών στερεοτύπων, αλλά στην απορριπτική αποδόμηση του ιστορικού και πολιτιστικού βάθους της εθνικής μας ταυτότητας. Όχι στην κριτική ανάγνωση της πολύ σύνθετης ιστορικής μας συνέχειας, προφανώς όχι γραμμικής και αχρονικής, αλλά στη «νεωτερική» και ανιστόρητη άρνησή της. Όχι, εντέλει, στην κριτική απελευθέρωση της σκέψης μας και της ματιάς μας από όλες τις ιδεολογηματικές ακρότητες στη θεώρηση της υπερτρισχιλιετούς ελληνικής περιπέτειας, αλλά στην απαξιωτική αποδόμηση της ίδιας της ελληνικής περιπέτειας.
Πολύ συχνά μοιάζει να αντικαθιστά, ως αντεστραμμένο είδωλό της, την παλιά «εθνικοφροσύνη» στον ρόλο της.
Γιατί δεν αρκείται σε μια άλλη θεώρηση του Ελληνισμού, σε κάθε περίπτωση δικαιωματική… ακόμα κι αν είναι προκλητικά αιρετική, αλλά, αυτοαναγορευόμενη σε ιερατείο «αντιεθνικιστικής», «νεωτερικής» και «προοδευτικής» ορθοφροσύνης, ενοχοποιεί συλλήβδην τις διαφορετικές απόψεις ως ύποπτες εθνικισμού το λιγότερο, χρησιμοποιώντας τον Καρατζαφέρη, που αν δεν υπήρχε… θα τον εφεύρισκε, ως «σκιάχτρο» και ως «αγιαστούρα» στο κάκιστο παιγνίδι της κυνικής ιδεολογικής τρομοκρατίας επί των αντιπάλων της. Έχουν δε πάρει τόση φόρα κάποιοι κεκράκτες της, που δεν σέβονται ούτε μεγέθη όπως ο Μίκης Θεοδωράκης.
Δεν είναι όμως αυτό το μείζον, όσο κι αν είναι σημαντικό, αλλά το ότι επιχειρεί με επιστημονικοφανείς «λαθροχειρίες» να περάσει την «ορθότητά» της στην Παιδεία μας -εκεί δηλαδή όπου θεμελιώνεται (ή αποδομείται διά του ουδετεροποιητικού αποχρωματισμού της) η εθνική συνείδηση των ελληνοπαίδων- ανοίγοντας, αν δεν αφυπνιστεί ο συντριπτικά πλειοψηφικός μεταξύ των παγιδευτικών αυτών «πόλων» πνευματικός κόσμος του τόπου μας, τον ασκό του Αιόλου και επιτείνοντας την ήδη επικίνδυνη σύγχυση του τόπου μας, που βρίσκεται μπροστά σε ένα από τα πιο ομιχλώδη σταυροδρόμια της νεώτερης ιστορίας του.

Ε. Και είναι αυτός ο συντριπτικά πλειοψηφικός και ευρέος ιδεολογικού φάσματος πνευματικός κόσμος που καλείται, με πυξίδα προσανατολισμού τα αξιακά φορτία της μακραίωνης πνευματικής μας παράδοσης, να διεμβολίσει το παγιδευτικό δίπολο της «ελληνοκεντρικής τύφλωσης» και της «αντιελληνοκεντρικής αχρωματοψίας», βάζοντας τέρμα τόσο στη νόθα και παραπλανητική επικάλυψη της πολιτικής, πνευματικής και πολιτιστικής μας ζωής όσο και στην εκατέρωθεν ασκούμενη ιδεολογική τρομοκρατία… από τους «ιδιοκτήτες του έθνους» και τους «ιδιοκτήτες της προοδευτικότητας».
Με ανοιχτή σκέψη και πίστη στην ανοιχτή κοινωνία, από τη μια να υψώσει φράγμα για να μην αναδυθούν τα φαιά ιδεολογήματα του εθνοφυλετικού βυθού και από την άλλη να αποκαλύψει τον βαθύτατα αντιδραστικό χαρακτήρα της προοδευτικοφανούς αποδόμησης της ιστορίας μας και της ταυτότητάς μας, συνεισφέροντας, όπως έχει ευθύνη, στη χάραξη μιας μακρόπνοης πολιτιστικής στρατηγικής, που θα αποτελέσει τη στέρεη βάση για την κριτική αναδιατύπωση της τόσο αναγκαίας εθνικής μας στρατηγικής στη δύσκολη ανηφοριά του 21ου αιώνα.
Οι καιροί δεν είναι καλοί. Άνοιξαν και ανοίγουν μεγάλα θέματα και μεγάλα μέτωπα το ένα μετά το άλλο. Κι εμείς, έχοντας ξοδέψει με περισσή αφροσύνη τη μεγάλη ευκαιρία της Μεταπολίτευσης, τον υλικό και τον άυλο πλούτο μας, βρισκόμαστε απαράσκευοι και ξαρμάτωτοι στη δίνη μιας βαθιάς και γενικευμένης κρίσης, που είναι πρωτίστως πολιτιστική, όπως πολύ πειστικά το επισήμανε σε πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη ο καθηγητής Αδαμάντιος Πεπελάσης, οικονομολόγος ο ίδιος. Γι’ αυτό και η αντιμετώπισή της, η έξοδός μας από τη βαθιά και γενικευμένη κρίση που δοκιμάζει τις αντοχές μας, προϋποθέτει πολιτιστική αφύπνιση, πολιτιστική πυξίδα και πολιτιστικό συναγερμό των πνευματικών δυνάμεων του λαού μας. Γιατί μόνο έτσι θα αφήσουμε πίσω μας όλα τα «βαρίδια», μαζί και το παγιδευτικό δίπολο του εθνικισμού και της αποεθνοποίησης, που δεν μας αφήνουν να ανοίξουμε περπατησιά προς το μέλλον.

– Να βρούμε την ψυχή μας, να κρατηθούμε από την ψυχή μας, για να μπορέσουμε να πάμε μπροστά, μνημονεύοντας, όπως μας συμβουλεύει ο Οδυσσέας Ελύτης, Διονύσιο Σολωμό και Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη… αλλά και τραγουδώντας με τον Μίκη «Άξιον Εστί» και «Ρωμιοσύνη»!

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Το ΠΑΡΟΝ της Κυριακής» στις 31/1/2010

ΥΓ του φιλελεύθερου: Ο Λαοκράτης Βάσσης υπήρξε καθηγητής μου στην εφηβεία μου, σε αυτό που οι πολλοί ονομάζουν φροντιστήριο ή παραπαιδεία. Ωστόσο εγώ τον βίωσα, έστω και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ως πραγματικό δάσκαλο. Έχει επηρεάσει αρκετά τον τρόπο σκέψης μου και οφείλω τουλάχιστον ένα κείμενό του – το οποίο θεωρώ εξαιρετικά ενδιαφέρον – να το δημοσιεύσω στο blog μου…

περί ελευθερίας στην εκπαίδευση και στην έκφραση

Έχουμε σήμερα ελευθερία στην εκπαίδευση και στην έκφραση;

Διάβασα πριν μερικές μέρες για το 132ο Δημοτικό στην Γκράβα (δείτε εδώ, εδώ και το Έθνος που το ανέδειξε) και την «απομάκρυνση» της… αιρετικής διευθύντριας Στέλλα Πρωτονοτάριου.

Πριν λίγο διάβασα για το συμβάν στο δημοτικό σχολείο στο Μεγάλο Δέρειο στη Θράκη (δείτε εδώ, εδώ, το Η ιστορία μιας δασκάλας και τη Μακεδονία που το ανέδειξε) με τον ξυλοδαρμό της δασκάλας Χαράς Νικοπούλου.

Εν τω μεταξύ έχει μεσολαβήσει και η ατελείωτη συζήτηση για την υπόθεση Βασιλάκη (σε συνέχεια της υπόθεσης Λιοναράκη, που ευτυχώς δεν αμφισβητεί κανείς).

Όλοι ζητούν να πάρουμε θέση υπέρ του ενός ή του άλλου, όπου ο ένας είναι μια κρατικιστικό συντηρητικό μέτωπο και ο άλλος μια αριστερίστικη ψευτοπροοδευτική συμμαχία. Όχι κύριοι. Εγώ θα διαχωρίσω τη θέση μου. Θα έρθω απέναντι σε όποιους αμφισβητούν τη λογική μου. Θα υπερασπιστώ τις προοδευτικές εκπαιδευτικές πρακτικές, γενικά όχι στις λεπτομέρειές τους. Θα υπερασπιστώ το δικαίωμα της Πολιτείας, όχι του Κράτους, να ορίζει το σύστημα εκπαίδευσης, παράλληλα με την υποχρέωσή της να χρηματοδοτεί την εκπαίδευση. Θα παλέψω για το δικαίωμα του γονιού να έχει τις εκπαιδευτικές δυνατότητες που πιστεύει για τα παιδιά του. Θα καταδικάσω τη βία, από όπου και αν προέρχεται. Θα είμαι απέναντι στους ακραίους της κάθε πλευράς. Θα υπερασπιστώ την πατρίδα μου με κάθε μέσο, χωρίς να απεμπολώ τα δικαιώματα του καθενός μας. Θα παλέψω για την ελευθερία μας, για να μιλάμε και να έχουμε δικαιώματα όλοι, όχι μόνο όσοι θέλουν οι κάθε είδους εξουσίες, συντεχνίες, ομάδες ή παρέες, όχι μόνο όσοι είναι αρεστοί!

Φτάνει πια!