Το πρώτο και κύριο ζήτημα δεν είναι τί θα ψηφίσει ο καθένας μας, αλλά να ψηφίσουμε! Όλοι μας παρατηρούμε τον τελευταίο καιρό μεγάλη πίκρα, απογοήτευση, εκνευρισμό, θυμό, σε πολλούς συμπολίτες μας. Είναι γεγονός ότι πολλοί έχουν απογοητευτεί, δικαιολογημένα, με τα στελέχη και τις πολιτικές των 2 κομμάτων εξουσίας. Η συμπεριφορά του κρατικού μηχανισμού και οι θέσεις του πολιτικού δυναμικού απέναντι στη πύρινη λαίλαπα όλου του καλοκαιριού – με αποκορύφωμα τους τελευταίους μήνες – έχουν μεγαλώσει αυτά τα συναισθήματα. Πολλοί συμπολίτες μας, με κύριο εκφραστή και μεγάλη πλειοψηφία τους νέους, συζητούν έντονα την επιλογή του λευκού, του άκυρου ή της αποχής. Οι περισσότεροι είναι απλώς αηδιασμένοι ή θεωρούν αυτές τις επιλογές ως την μεγαλύτερη, πιο έντονη, αποδοκιμασία. Ελάχιστοι είναι στην πραγματικότητα οι αδιάφοροι, οι οπαδοί του καναπέ. Για όσους ασχολούμαστε με τα κοινά, αυτό είναι τόσο μεγάλο και αυταπόδεικτο σφάλμα που δε χρειάζεται συζήτηση. Όμως δυστυχώς ακούω πολλές φορές ανθρώπους να προβάλλουν αυτές τις επιλογές, χωρίς να σκέφτονται τα στοιχεία της εκλογικής διαδικασίας, χωρίς να έχουν σκεφτεί τις απλές συνέπειες.
Έχουμε ως δεδομένο ότι τα ποσοστά των κομμάτων προκύπτουν από τα έγκυρα ψηφοδέλτια, μόνον. Με βάση τα ποσοστά αυτά, σύμφωνα με τον τελευταίο εκλογικό νόμο, που ψήφισε το ΠΑΣΟΚ, μοιράζονται σχεδόν απόλυτα αναλογικά οι 260 από τις 300 έδρες της Bουλής. Τις υπόλοιπες 40 τις παίρνει, ως προίκα, το πρώτο κόμμα. Πλειοψηφία στη Βουλή, άρα αυτοδυναμία, θεωρείται ότι έχει ένα κόμμα όταν λάβει πάνω από 150 έδρες. Για να μπει ένα κόμμα στη Βουλή πρέπει να έχει ποσοστό τουλάχιστον 3% (επί των εγκύρως ψηφισάντων, πάντα). Ας πάρουμε λοιπόν ένα υποθετικό παράδειγμα. Έστω ότι οι ψηφοφόροι είναι 100, και το κόμμα που έρχεται πρώτο το ψήφισαν 40. Aν 20 άλλοι ψήφισαν λευκό ή άκυρο ή δεν πήγαν να ψηφίσουν, τότε το 40 στους εκατό γίνεται 40 στους 80. Αυτό επιτρέπει στους εκπροσώπους του πρώτου κόμματος να λένε μετά (συνειδητά ψευδόμενοι) «εμάς μας ψήφισε το 50% του λαού»…
Ας πάρουμε όμως και το πραγματικό παράδειγμα από τις εκλογές του 2004 (με στρογγυλευμένα τα ποσοστά). Άκυρα, λευκά και αποχή μαζί, λευκά και άκυρα ήταν περίπου 25%. Tο ποσοστό της NΔ, ως πρώτου κόμματος, ήταν 34% (επί των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους), με την αποχή κτλ. μεταμορφώθηκε σε 45,5% (επί των εγκύρως ψηφισάντων), που με τη σειρά του έγινε 55% των εδρών στη Bουλή (με το πριμ των εδρών του προηγούμενου εκλογικού νόμου). Τα αντίστοιχα ποσοστά του ΠAΣOK ήταν 30,5% επί των εγγεγραμμένων, 40,5% επί των εγκύρων, 39% των εδρών. Επίσης αντίστοιχα το KKE είχε 4,5% – 6% – 4% και ο τότε ΣΥΡΙΖΑ 2,5% – 3,5% – 2%. Αν και οι προηγούμενες εκλογές είχαν γίνει με τον σημερινό εκλογικό νόμο, το μόνο που θα άλλαζε θα ήταν ο αριθμός των εδρών των κομμάτων, με ευνοημένα ελαφρώς τα 2 μικρότερα.
Όσοι λοιπόν ψηφίζουν λευκό ή άκυρο ή απέχουν, στην πραγματικότητα δεν «τιμωρούν» καθόλου και κανέναν. Ανεβάζουν τα ποσοστά εδρών όλων των εντός Βουλής κομμάτων, και τα ποσοστά ψήφων όλων των κομμάτων, ενώ προφανώς τα απεχθάνονται όλα εξίσου. Κάνουν ακόμα πιο απίθανη την είσοδο κάποιου νέου πολύ μικρού κόμματος, προς το οποίο θα μπορούσαν να έχουν στραφεί. Προπάντων βοηθούν το κόμμα που θα κυβερνήσει, καθώς του χαρίζουν πλαστή πλειοψηφία. Όσο μεγαλύτερη η αποχή, τόσο μεγαλύτερη η πλαστή αυτή πλειοψηφία. Aν η κυβέρνηση έχει πάνω από 150 έδρες, τότε εξασφαλίζει αυτοδυναμία, δηλαδή τη δυνατότητα να περνάει όποιο νόμο θέλει χωρίς να χρειάζεται η σύμφωνη γνώμη άλλων κομμάτων, χωρίς να μπορούν να την εμποδίσουν όλα τα άλλα κόμματα μαζί. Αυτό που κάποιοι θεωρούν αντίδραση, και μάλιστα την εντονότερη αντίδραση, δεν είναι παρά θείο δώρο στην εκάστοτε κυβέρνηση. Η αποχή λοιπόν είναι απλώς εκτόνωση, που δίνει ψευδαίσθηση αντίδρασης. Πραγματική αποδοκιμασία των κυβερνητικών κομμάτων δεν είναι η αποχή αλλά η υπερψήφιση ενός «μικρού», έστω με κριτήριο το «μη χείρον, βέλτιστο», ώστε να περιοριστεί η δύναμη και η αλαζονεία των δύο «μεγάλων» κομμάτων.
Mε τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, αν τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν μικρή διαφορά, αν τα μικρά κόμματα που θα μπουν στη Bουλή είναι περισσότερα από 2, αν όσα μπουν στη Βουλή συγκεντρώσουν συνολικά πάνω από 16% των εγκύρων ψήφων και ταυτόχρονα τα κόμματα που μένουν εκτός Βουλής βρίσκονται σε συνολικό ποσοστό άνω του 3%, τότε και μόνον τότε το πρώτο κόμμα δεν θα έχει πια αυτοδυναμία. Σκεφτείτε καλά τι θέλετε να κάνετε… Δεν αξίζει τον κόπο να προτιμήσουμε όλοι μια τέτοια επιλογή αντί να απέχουμε ή να ρίξουμε τη μόνη χαμένη ψήφο που υπάρχει, δηλαδή άκυρο ή λευκό;
* το άρθρο σημοσιεύτηκε στο ΠΑΡΟΝ της Κυριακής της Κυριακή 16 Σεπτεμβρίου 2007